Ένα τέτοιο γκολ δε, δίχως τη συμμετοχή του Τετέ ή του Ουναχί (ακόμη ο Βαγιαννίδης δεν είχε έλθει στη σκηνή...), το σκέφτεσαι και σαν έκπληξη. Σίγουρα ήταν άλλη μία, από τις πολλές εφέτος, απόδειξη. Οτι όποτε «δεν υπάρχει ζωή» στην καλή δεξιά πλευρά, εκεί και τότε συνήθως ξεφυτρώνει ζωή απέναντι. Ένα 100% αριστερόστροφο γκολ. Και ως την «εξ επαγγέλματος» one-touch εκτέλεση του Σβιντέρσκι, ένα 100% σερβικό γκολ. Μλαντένοβιτς, Μακσίμοβιτς, Τζούριτσιτς. Σκυταλοδρομία. Ο Τζούριτσιτς πέρασε την πάσα-κλειδί «μέσα από» τρεις αντίπαλους, τον στόπερ, τον χαφ, τον μπακ, με εξωτερικό φάλτσο. Pure class. Ο Τζούριτσιτς γενικώς, επί δύο ώρες τους γύριζε ταινία. Στοίχημα να είχε βάλει, ότι στην ηλικία των 33 ετών θα επιστρέψει στο ιταλικό πρωτάθλημα, πάλι έτσι δεν θα έπαιζε!
Δευτέρα στο Open όταν με ρώτησαν, ανέφερα ότι το κόλπο είναι 100% εφικτό. Σήμερα προφανώς, παραμένει 100% εφικτό. Επίσης, οι «τρεις όροι» που είχα βάλει στο τραπέζι, εξακολουθούν να ισχύουν:
*Ένα, αυξημένος ψυχοπνευματικός αυτοέλεγχος. Διότι πράγματι, το επισήμανε και ο Ρούι Βιτόρια, πρότερα συμπτώματα ανέκυψαν και εδώ. Τίποτα δεν είναι πιο κεφαλαιώδες αυτή τη στιγμή στην ισορροπία της παρτίδας, από το ότι το δύο-μηδέν δεν το έκανε δύο-τρία η Φιορεντίνα, ενώ άνετα θα μπορούσε να το έχει κάνει, πριν την ανάπαυλα. Μετά, το καταλαβαίνουμε όλοι, θα ήταν άλλη ιστορία.
* Δύο, μεγαλύτερη διάρκεια στα κομμάτια καλού ποδοσφαίρου. Το διάστημα από το δύο-μηδέν ως το φινάλε του πρώτου ημιχρόνου "δεν ενδείκνυται". Ο Παναθηναϊκός, να το περιγράψουμε απλά, «το έχασε». Παγερά ακλόνητη στο πλάνο, να ψάχνουν εμμονικά την πλάτη του Κώτσιρα, σαν να μη τους ακούμπησαν καν τα δύο γκολ, η Φιορεντίνα με τη μπάλα στα πόδια μεγάλωνε την απόσταση του Σβιντέρσκι από τους άλλους δέκα και προκαλούσε ακατάσχετη αιμορραγία.
* Τρία, διαθεσιμότητα ποδοσφαιριστών πρώτης γραμμής. Με τον Βαγιαννίδη, πλέον ο Γκόζενς έκανε άμυνα, δεν έκανε επίθεση. Τη δεύτερη φορά με το προβάδισμα στα χέρια, η διαχείριση του Παναθηναϊκού ήταν κουλ. Έβλεπε κανείς συγκρότηση, έλεγχο, πεποίθηση, οι χώροι έκλεισαν, στατικές φάσεις δεν δόθηκαν, οπωσδήποτε όχι φάουλ, μονάχα τα αναπόφευκτα κόρνερ. Το τρίτο γκολ πείραξε το μυαλό της Φιορεντίνα όσο δεν το είχαν πειράξει το ένα-μηδέν και το δύο-μηδέν. Τρία-τρία, δεν μύρισε ποτέ. Η οσμή ενός τέσσερα-δύο, ήταν διάχυτη.
Το ίδιο βράδι στο Open σημείωσα ότι από τον Αύγουστο ίσαμε τώρα, ερχόταν στη Νορβηγία η πιο περίπλοκη νύχτα σε ολόκληρη, ανεξαρτήτως διοργανώσεως, τη σεζόν του Ολυμπιακού. Ο καιρός, ο μακρινός προορισμός, το τερέν, ο χρόνος που διαθέτει η Γκλιμτ να ετοιμάζει τα ευρωπαϊκά ματς (αφού δεν έχουν για κάτι άλλο να παίξουν) σε αυτούς τους τελευταίους μήνες, όλα αυτά «έδεναν» με το ότι πρόκειται για την, αναμφίβολα πια, νούμερο-ένα ομάδα του σκανδιναβικού φάσματος. Έχει υψηλή σημασία στα μέρη τους, ποιος είναι πρώτη δύναμη στη Σκανδιναβία. Περίπου όση είχε στα δικά μας μέρη έως πριν μισόν αιώνα, ποιος είναι η πρώτη δύναμη στα Βαλκάνια.
Ενα γκρουπ με μέση ηλικία μικρότερη των 25 ετών, παίκτες χρόνια μαζί, παίκτες χρόνια μαζί με τον προπονητή, παίζουν 4-3-3 όπως ακουμπάνε οι δακτυλογράφοι τα πλήκτρα δίχως να τα βλέπουν, το λεγόμενο τυφλό σύστημα. Επιπλέον, αν ήταν επίτευγμα του Ολυμπιακού η έβδομη θέση στην κατάταξη της league phase του Γιουρόπα Λιγκ, σε αυτό η Γκλιμτ δεν υστερούσε κατά πολύ. Ένατη τερμάτισε, έμεινε εκτός top-8 στη διαφορά τερμάτων, στην πραγματικότητα οριακά δεν έπαιξε η Γκλιμτ, τούτη τη χρονιά, Τσάμπιονς Λιγκ. Η σκέψη που εξέφρασα στην tv λοιπόν, ήταν να έφερνε ο Ολυμπιακός την υπόθεση στο Νέο Φάληρο, όχι θριαμβευτής, η συνθήκη δεν δικαιολογούσε προσδοκία θριάμβου, μόνο να την έφερνε με ένα μίνιμουμ απωλειών.
Κατεγράφη, ένα μάξιμουμ απωλειών. Εξοικειωμένοι, ενθουσιώδεις, γρήγοροι στα ξεδιπλώματα, πιεστικοί στις πολλές στατικές φάσεις που κέρδιζαν, οι Νορβηγοί όσο ικανοί έδειχναν στις μεταβάσεις άλλο τόσο ικανοί αποδείχτηκαν και στη συνδυαστικότητα. Ακριβώς εδώ ήρθαμε! Το δύο-μηδέν, από αφετηρία μία κερδισμένη κατοχή στην άκρη της μεσαίας γραμμής, έγινε με 17 σερί πάσες δίχως καμία, καθ' οδόν, κόκκινη παρεμβολή. Δεκαεφτά πάσες, άκοφτες. Εναντίον του Ολυμπιακού, όχι να το κάνεις, ούτε να το σκεφτείς δεν σε παίρνει. Η Γκλιμτ το έκανε. Και, το χειρότερο, το ξαναέκανε. Στο τρία-μηδέν, ξεκινώντας από ένα κλέψιμο στον Γιαρεμτσούκ, οι διαδοχικές άκοφτες πάσες μετρήθηκαν δέκα. Η 17η πάσα στο δύο-μηδέν, η 10η πάσα στο τρία-μηδέν, ήταν η ασίστ. Από το πλάι, ο δεξιός επιθετικός τη μία φορά, ο αριστερός μπακ την άλλη φορά, πάντοτε στην κόψη του όφσαϊντ, για να μπει ο σέντερ-φορ με τη μπάλα μες στα δίχτυα.
Το 17+10 επιβεβαιώνει πως, ταυτόχρονα με τη δεξιότητα της Γκλιμτ, ήταν η νύχτα κατά την οποία ο Ολυμπιακός «τεμπέλιασε» να πιέσει. Είναι ανθρώπινο, μπορεί να συμβεί, κανείς δεν σου υπογράφει εκ προοιμίου πως δεν πρόκειται να συμβεί ποτέ και πουθενά. Κάπως έτσι βγήκε τρία-μηδέν, ένα ματς με «αναμενόμενα γκολ» 2,23-2,17. Με 18-38 επαφές στην αντίπαλη περιοχή. Με 60-124 πάσες στο «επιθετικό τρίτο». Ηττήθηκε τρία-μηδέν δηλαδή, τρόπος του λέγειν, η...καλύτερη ομάδα. Αυτός είναι ο λόγος, το ίδιο το ποδόσφαιρο, όχι η μεταφυσική πίστη σε κάποια εξωκοσμική δύναμη, για να συμπεραίνει κανείς ότι ακόμη το ζήτημα παλεύεται.
Πηγή: Sdna.gr